«Ωδή στη Σαντορίνη» - Οδυσσέας Ελύτης
Από την ποιητική συλλογή «Προσανατολισμοί», ενότητα « Η Θητεία του Καλοκαιριού»
Βγήκες από τα σωθικά βροντής
Ανατριχιάζοντας μεσ'στα μετανιωμένα σύννεφα
Πέτρα πικρή, δοκιμασμένη, αγέρωχη
ζήτησες πρωτομάρτυρα τον ήλιο
Για ν'αντικρύσετε μαζί τη ριψοκίνδυνη αίγλη
Ν'ανοιχτείτε με μια σταυροφόρο ηχώ στο πέλαγος
Θαλασσοξυπνημένη, αγέρωχη
Όρθωσες ενα στήθος βράχου
Κατάστιχτου απ'την έμπνευση της όστριας,
Για να χαράξει εκεί τα σπλάχνα της η οδύνη
Για να χαράξει εκεί τα σπλάχνα της η ελπίδα
Με φωτιά με λάβα με καπνούς
Με λόγια που προσηλυτίζουν το άπειρο
Γέννησες τη φωνή της μέρας
Εστησες ψηλά
Στην πράσινη και ρόδινη αιθεροβασία
Τις καμπανες που χτυπαει ο ψηλορειτης νους
Δοξολογωντας τα πουλια στο φως του μεσαυγουστου
Πλαϊ απο ροχθους, πλαϊ απο καημους αφρων
Μεσ'απο τις ευχαριστιες του υπνου
Οταν η νυχτα γυριζε τις ερημιες των αστρων
Ψαχνοντας για το μαρτυρικι της αυγης,
Ενιωσες τη χαρα της γεννησης
Πηδησες μεσ'στον κοσμο πρωτη
Πορφυρογεννητη, αναδυομενη
Εστειλες ως τους μακρινους οριζοντες
Την ευχη που μεγαλωσε στις αγρυπνιες του ποντου
Για να χαϊδεψει τα μαλλια της πεμπτης πρωινης.
Ρηγισσα των παλμων και των φτερων του Αιγαιου
Βρηκες με λογια που προσηλυτιζουν το απειρο
Με φωτια με λαβα με καπνους
Τις μεγαλες γραμμες του πεπρωμενου σου
Τωρα μπροστα σου ανοιγεται η δικαιοσυνη
Τα μελανα βουνα πλεουν στη λαμψη
Ποθοι ετοιμαζουν τον κρατηρα τους
Στην παιδεμενη χωρα της καρδιας,
Κι απο το μοχθο της ελπιδας νεα γη ετοιμαζεται
Για να βαδισει εκει με αετους και λαβαρα
Ενα πρωι γεματο ιριδισμους,
Η φυλη που ζωντανευει τα ονειρα
Η φυλη που τραγουδαει στην αγκαλια του ηλιου.
Ω κορη κορυφαιου θυμου
Γυμνη αναδυομενη
Ανοιξε τις λαμπρες πυλες του ανθρωπου
Να ευωδιασει ο τοπος απο την υγεια
Σε χιλιαδες χρωματα ν'αναβλαστησει το αισθημα
Φτεροκοπωντας ανοιχτα
Και να φυσηξει απο παντου η ελευθερια
Αστραψε μεσ'στο κηρυγμα του ανεμου
Την καινουρια και παντοτινη ομορφια
Οταν ο ηλιος των τριων ωρων υψωνεται
Πανγλαυκος παιζοντας το αρμονιο της Δημιουργιας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου